Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2016

Αρχή της Κτίσης και Κβαντική φυσική

Οι Παγανιστές (αρχαίοι και σύγχρονοι), δεν διανοούνται ένα σύμπαν με αρχή. Κατά την εσφαλμένη τους κοσμοαντίληψη είναι αιώνιο. Αντιθέτως η Χριστιανική πίστη δεν διανοείται ένα σύμπαν άναρχο. Τι μας αποκαλύπτει λοιπόν η σύγχρονη φυσική για την πρώτη αιτία της δημιουργίας;

Το σύμπαν έχει αρχή

Σε παλαιότερες εποχές, υπήρχαν θεωρίες για ένα «αιώνιο» και «άναρχο» σύμπαν, ή για ένα σύμπαν «παλλόμενο» που συρρικνώνεται και ξανα - εκτείνεται. Σχετικά πρόσφατα όμως, οι κοσμολόγοι ανακάλυψαν νέα στοιχεία για το Σύμπαν, που καταργούν τις δύο αυτές θεωρίες, και απομένει μόνο η Χριστιανική άποψη, που ανέκαθεν μιλούσε για σύμπαν με ΑΡΧΗ του χωροχρόνου.

Το 2002 ο δορυφόρος ΜΑΡ βοήθησε τη NASA να ανακαλύψει ένα σχηματισμό «θερμών σημείων», που σύμφωνα με την αμερικανική Υπηρεσία Διαστήματος, αποδεικνύει ότι το Σύμπαν επιταχύνεται. Αυτό σημαίνει ότι η «σκοτεινή ενέργεια» - η μοναδική δύναμη που θα μπορούσε να προκαλέσει αυτήν την επιτάχυνση - υπάρχει και ότι το Σύμπαν επεκτείνεται τόσο γρήγορα που δεν μπορεί να καταρρεύσει από τη δύναμη της βαρύτητας. Έτσι, αποκλείεται το ενδεχόμενο της «Μεγάλης Συντριβής», αποδεικνύοντας λάθος τόσο τις θεωρίες ενός άναρχου σύμπαντος, όσο και αυτές που μιλούσαν για ένα παλλόμενο σύμπαν. Το σύμπαν θα επεκτείνεται για πάντα.

Δώδεκα μήνες χρειάστηκε το σκάφος Microwave Anisotropy Probe (MAP) της NASA για να δημιουργήσει το πρώτο λεπτομερές «πορτραίτο» του σύμπαντος όπως ήταν μόλις 380.000 χρόνια μετά την Μεγάλη Έκρηξη Το MAP από απόσταση 1,5 εκ. χιλιομέτρων από την επιφάνεια της Γης, βρέθηκε σε προνομιακό σημείο συγκριτικά με τα επίγεια όργανα που είχαν χρησιμοποιηθεί μέχρι τώρα για την καταγραφή των διακυμάνσεων στην κοσμική ακτινοβολία υποβάθρου. Με την βοήθεια των μετρήσεών του που είχαν 35 φορές μεγαλύτερη αναλυτικότητα σε σύγκριση με ό,τι είχε επιτευχθεί μέχρι τώρα, στις αρχές του 2003 οι επιστήμονες μπόρεσαν να προσδιορίσουν με μεγαλύτερη ακρίβεια την ηλικία του σύμπαντος. Είναι 13,7 δισεκατομμύρια χρόνια, με περιθώριο λάθους μόλις 1%.

Τα παραπάνω στοιχεία, αποδεικνύουν ότι το σύμπαν ούτε αιώνιο είναι, ούτε παλλόμενο, αλλά έχει μια αρχή. Και γνωρίζουμε με ακρίβεια πλέον πότε ξεκίνησε. Και εννοούμε αρχή στον χρόνο. Ή για να είμαστε πιο ακριβείς, εννοούμε ότι και ο χωροχρόνος είχε μια αρχή. Γιατί σύμφωνα με την θεωρία της Σχετικότητας, ο ίδιος ο χωροχρόνος, «είναι κάτι». Δεν είναι αφηρημένη έννοια, αλλά μια σαφώς υπαρκτή «οντότητα», που ορίζεται και μεταβάλλεται από την ύλη που περικλείει.

Όταν μιλάμε για την θεωρία της Σχετικότητας, δεν μιλάμε για τα αναπόδεικτα σημεία της. Μιλάμε για το θέμα της διαστολής του χωροχρόνου, το οποίο σαφώς μετρήθηκε, και είναι υπαρκτό, τόσο από τις διαφοροποιήσεις των ρολογιών των δορυφόρων, όσο και από τη διαφοροποίηση της τροχιάς του πλανήτη Ερμή σε σχέση με τη Νευτώνεια θεωρία.

Όσο απομακρύνεται η ύλη του Σύμπαντος, τόσο ξεχειλώνει ο χωροχρόνος μας. Και αυτό σημαίνει ότι κάποτε ξεκίνησε από ένα μικρό σημείο, στην αρχή του σύμπαντος, πριν από 13,7 δισεκατομμύρια χρόνια.

Ο Einstein, με την Γενική θεωρία της Σχετικότητας και με τις εξισώσεις πεδίου, συνέδεσε την μετρική του χωροχρόνου με το συνολικό ποσό ύλης-ενεργείας του Σύμπαντος, δηλαδή έδειξε ότι η γεωμετρία του χωροχρόνου επηρεάζεται από την ύλη-ενέργεια, αλλά και οι κινήσεις των υλικών σωμάτων καθορίζονται από την γεωμετρία αυτήν. Η λύση των εξισώσεων πεδίου, που πρότεινε ο Einstein, αντιστοιχούσε σε ένα στατικό Σύμπαν, άρα ένα Σύμπαν χωρίς ιστορία, σύμφωνα με το κλασικό ιδεώδες, που περιελάμβανε την αντιστρεπτότητα των διαδικασιών, άρα την συμμετρία ως προς τον χρόνο του παρελθόντος και του μέλλοντος. Αργότερα οι Friedmann και Lemaitre έδειξαν ότι ένα τέτοιο Σύμπαν είναι εξαιρετικά ασταθές και με την παραμικρή διαταραχή θα μπορούσε να καταστραφεί. Τελικώς έχουμε φθάσει στο αποδεκτό καθιερωμένο πρότυπο της Μεγάλης Έκρηξης, το οποίο υποστηρίζεται σταθερά από κρίσιμα πειραματικά δεδομένα, όπως η πειραματική επαλήθευση του νόμου του Hubble και της ακτινοβολίας υποβάθρου των 2.7 Κ.

Για το μοντέλο του πληθωριστικού σύμπαντος ο Prigogine τονίζει πως «Τα αποτελέσματα είναι πολύ ενδιαφέροντα. Δείχνουν την δυνατότητα μιας μη αντιστρεπτής διαδικασίας που μετασχηματίζει την βαρύτητα σε ύλη». Σε ένα άλλο σημείο του γράφει: «Το ουσιώδες σημείο εδώ είναι ότι η γέννηση του Σύμπαντός μας δεν συνδέεται πλέον με μία ανωμαλία, αλλά με μία αστάθεια, ανάλογη με μία αλλαγή φάσεως ή με μία διακλάδωση». Και τονίζοντας την αναλογία ανάμεσα στην γεωμετρία και την ύλη, από τη μια, και στην ισοδυναμία μηχανικού έργου και θερμότητας, από την άλλη, δράττεται της ευκαιρίας να τονίσει την σημασία του δεύτερου θερμοδυναμικού νόμου, ο οποίος "σπάει " αυτήν την έννοια της ισοδυναμίας: το μηχανικό έργο μπορεί πάντα να μετατρέπεται σε θερμότητα, όμως το αντίστροφο δεν ισχύει. Ετσι και στην περίπτωση του χωροχρόνου και της ύλης: Ο μετασχηματισμός του χωροχρόνου σε ύλη αντιστοιχεί σε μία μη αντιστρεπτή εκλυτογενή διαδικασία, η οποία παράγει εντροπία. Η αντίστροφη διαδικασία, η οποία θα μετασχημάτιζε την ύλη σε χωρόχρονο, αποκλείεται.»

Η γέννηση λοιπόν του Σύμπαντος οφείλεται στον μετασχηματισμό του χωρόχρονου σε ύλη και μεταφράζεται σε μία έκρηξη της εντροπίας.

Η μοναδικότητα του ακτίστου ως πρώτη αιτία

Η αιτία του σύμπαντος είναι το Big Bang, (ή το «πληθωρισμικό σύμπαν», ή οτιδήποτε άλλο προβλέπει η κάθε θεωρία). Και ποια είναι η αιτία του Big Bang; Ο Θεός. Και ποια είναι η αιτία του Θεού; Ο Θεός δεν έχει αιτία. Μα κάθε αποτέλεσμα έχει μια αιτία. Ο Θεός αποτελεί την εξαίρεση. Άρα, η θεωρία αιτίου - αιτιατού έχει ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΜΙΑ εξαίρεση. Και γιατί η εξαίρεση αυτή θα πρέπει να είναι ο Θεός; Γιατί να μην είναι το ίδιο το Big Bang η εξαίρεση, ή γιατί να μην υπάρχει κάτι άλλο ΠΡΙΝ από τον Θεό, το οποίο να είναι αυτό η εξαίρεση; Ή γιατί να μη δεχθούμε μια πιο πρώτη αιτία από τον ίδιο τον Θεό;

Κατ’ αρχήν, το να μιλήσουμε για μια προηγούμενη αιτία του Θεού, είναι άτοπο για δύο λόγους:

1. Επειδή οδηγεί σε απειρισμό αιτιών, και απλώς μεταθέτει το πρόβλημα χωρίς ποτέ να το λύνει. Και 2. Επειδή αφού ο Θεός είναι άκτιστος, δηλαδή ΕΚΤΟΣ ΧΡΟΝΟΥ, δεν τίθεται θέμα ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗΣ αιτίας, γιατί έξω από τον Χωροχρόνο δεν υπάρχει η έννοια του «πριν».

Η ΠΡΩΤΗ ΑΙΤΙΑ, όποια κι αν είναι αυτή, πρέπει κατ’ ανάγκην να δεχθούμε ότι έχει τον λόγο ύπαρξής της ΣΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΗΣ. Η διαφορά της άκτιστης πρώτης αιτίας από τις κτιστές που είναι στο σύμπαν, είναι η λύση. Δεν μπορούν να μπουν όλες οι αιτίες (κτιστές και άκτιστη) σε ένα τσουβάλι. Γιατί η πρώτη αιτία, ΜΟΝΟ ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΕΚΤΟΣ ΧΩΡΟΧΡΟΝΟΥ μπορεί να θεωρηθεί ως «πρώτη αιτία».

Κάτι τέτοιο, (η ιδιότητα «πρώτη αιτία»), δεν μπορεί να αποδοθεί σε «ενδοχωροχρονικές οντότητες», γιατί ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΣΤΟΝ ΧΩΡΟΧΡΟΝΟ ΕΧΟΥΝ ΑΙΤΙΑ. Χωρίς καμία απολύτως εξαίρεση. Και ΜΟΝΟ ΑΝ Η ΠΡΩΤΗ ΑΙΤΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΞΩΣΥΜΠΑΝΤΙΚΗ μπορεί να μην έχει αρχή. Γιατί η αρχή προϋποθέτει χρόνο, και αντιθέτως, κάτι που δεν έχει χρόνο, δεν χρειάζεται αρχή. Για «κάτι» που δεν είναι στον χωροχρόνο, ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ να ΜΗΝ έχει «αρχή», γιατί η αρχή είναι ιδιότητα τού χρόνου. Όπως ακριβώς επιβάλλεται για τις χωροχρονικές οντότητες να έχουν αρχή. Και ξεκάθαρα, αυτή είναι η βασική διαφορά κτιστού και ακτίστου.

Με δύο λόγια, το τέλος τής έρευνας, είναι «κάτι» που βρίσκεται «ΕΚΤΟΣ» χωροχρόνου. (Και το «εκτός» το βάζω σε εισαγωγικά, γιατί δεν έχει νόημα ως τοπικός προσδιορισμός, αλλά ως άρνηση τού χωροχρόνου).

Συνοψίζω για να μην αφήσω παρανοήσεις: Αναγκαία ιδιότητα τών χωροχρονικών όντων, είναι η ύπαρξη αρχής και αιτίας. Αντιθέτως, αναγκαία ιδιότητα τών εξωσυμπαντικών οντοτήτων, είναι Η ΑΝΥΠΑΡΞΙΑ αρχής και αιτίας, ως «άχρονα». Δεν είναι θεωρία. Είναι αναγκαία λογίκευση.

Από τι ορίζονται τα κβάντα


Εδώ όμως πρέπει κατ ανάγκην να σταθούμε σε μία εσφαλμένη τοποθέτηση ορισμένων συζητητών του θέματος αυτού. Αυτοί λένε: «Η κβαντική φυσική, μας δίνει τη δυνατότητα να δεχθούμε ένα σύμπαν χωρίς πρώτη αιτία, καθώς μπορεί να έχει προκύψει από μια τυχαία κβαντική διακύμανση του κενού».

Με αυτά τα λόγια όμως, δεν καταλαβαίνουν ότι πάλι πρέπει να καταφύγουν σε προηγούμενη αιτία. Γιατί οι κβαντικές διακυμάνσεις, καθορίζονται από ΤΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΩΝ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΩΝ. Από τη στιγμή λοιπόν που υπακούουν στους νόμους τών πιθανοτήτων, ο κβαντικός αιθέρας, που δημιουργεί τις αναταράξεις αυτές, είναι ΠΑΡΑΓΩΓΟ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΩΝ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΩΝ. Ο κβαντικός αιθέρας, ΟΡΙΖΕΤΑΙ ΑΠ’ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΝΟΜΟ.

Ξεκάθαρα πράγματα. Και κάθε νόμος, έχει και νομοθέτη. Πρέπει λοιπόν να αναζητήσουμε την αιτία όχι τού «κβαντικού αιθέρα» πλέον, αλλά τού νόμου τών πιθανοτήτων. Αντιλαμβάνεστε ότι το θέμα ήδη έχει «αποϋλοποιηθεί» εντελώς.

Και εδώ θα κάνω μια ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Ο νόμος τών πιθανοτήτων, ερευνάται σήμερα, πόσο επηρεάζεται από τον ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ, δηλαδή από τη νόηση (!!!)

Η απάντησή λοιπόν στα παραπάνω, συνοψίζεται σε δύο σημεία:

1. Είναι σφάλμα να θεωρήσουμε μαζί χωροχρονικά και μη χωροχρονικά όντα με όρους χωροχρόνου (ως αιτίες), γιατί έχουν διαφορετικές ιδιότητες, και

2. Τα κβαντικά σωματίδια τού κενού, δεν εμφανίζονται αυθαίρετα, αλλά η εμφάνισή τους διέπεται από ΝΟΜΟΥΣ, που είναι σε τελευταία ανάλυση οι ακόμα πιο βασικές αιτίες ύπαρξης της κτίσης.

Αυτά τα δύο σημεία, απαντούν σε όλες τις θεωρήσεις που λένε ότι δεν χρειάζεται η πρώτη αιτία για τον κβαντικό αιθέρα και για τη δημιουργία τού σύμπαντος.

Και θα συνεχίσω με τις εξής σκέψεις.

Είπαμε στα προηγούμενα, ότι ένα ον αχωροχρονικό, το οποίο κατά φιλοσοφική ανάγκη  πρέπει να είναι νοήμον, δεν μπορεί να περιορίζεται ως αιτία ούτε στο χώρο, ούτε στο χρόνο, αλλά να τα διαποτίζει πλήρως. Και ένας τέτοιος Δημιουργός, δεν είναι μόνο «υποκινητής» τής μεγάλης έκρηξης, αλλά και ΣΥΝΤΗΡΗΤΗΣ τού σύμπαντος. Ότι ορίζει κάθε σωματίδιο στο σύμπαν.

Προσέξτε λοιπόν την εξής εκπληκτική επιβεβαίωση! ΠΑΝΤΟΥ, ΣΕ ΟΛΟ ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ, ο χωροχρόνος ΛΑΜΒΑΝΕΙ ΥΠΟΣΤΑΣΗ από τον «αυτόματα» εμφανιζόμενο, (αλλά υποκείμενο στους ΝΟΜΟΥΣ τών πιθανοτήτων) κβαντικό αιθέρα (!!!)

Καταλήγουμε λοιπόν να αντιληφθούμε, αυτό που ανέκαθεν διδάσκει η Χριστιανική θεολογία, ότι ο Θεός δίνει συνεχώς ύπαρξη, (συγκρατεί) το σύμπαν ανά πάσα στιγμή. Ανά πάσα στιγμή συγκροτεί τον χωροχρόνο, ΜΕ ΣΑΦΩΣ ΟΡΙΣΜΕΝΟ τρόπο, από τους νόμους τών πιθανοτήτων.

Όταν μιλάμε για Δημιουργό Θεό, δεν μπορούμε να μιλάμε μόνο για την «εκκίνηση», αλλά και για τη συνέχιση τού σύμπαντος να διατηρεί την υπόσταση τού χωροχρόνου του, «ΕΚ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝΟΣ», με βάση τις ενέργειες τού Θεού, τις οποίες εμείς βιώνουμε ως «νόμους τών πιθανοτήτων» εξ’ αιτίας τής συνέπειας με την οποία Εκείνος ενεργεί στον κόσμο. Είναι έτσι εμφανές πόσο ταιριαστή είναι η Χριστιανική θεολογία με την παρατήρηση της επιστήμης.

Η «πρώτη αιτία» λοιπόν, που μόνο νοήμων μπορεί να θεωρηθεί, νοείται Δημιουργός όχι μόνο τής αρχής τού σύμπαντος, αλλά τής ύπαρξής του συνολικά.

Και εφόσον τα νοήμονα όντα (οι παρατηρητές) επηρεάζουν την πραγματικότητα, όπως έχει αποδείξει η Κβαντική φυσική, τότε έχουμε μια σαφέστατη απόδειξη για το ρόλο τής νόησης στη δημιουργία, και για το ρόλο τών νοημόνων όντων σε αυτή, αν επηρεάζουν το έργο τού Νομοθέτη με την παρατήρησή τους.

Και αν το καλοσκεφθούμε, θα δούμε ότι έτσι λύνεται και το μυστήριο τής «κβαντικής παρατήρησης», που θέλει τα σωματίδια να λειτουργούν ανάλογα με την παρατήρηση, σαν να είναι ζωντανά. Δεν είναι αυτά ζωντανά, αλλά επηρεάζονται από τη νόηση όχι μόνο του Κτίστη, αλλά και των νοημόνων κτισμάτων, των παρατηρητών.