Εγώ είμαι η θύρα, λέει ο Χριστός, από την οποίαν τα πρόβατα μπαίνουν στη μάνδρα, για να βρουν ασφάλεια και από την οποίαν βγαίνουν για την βοσκή.
Όλοι όσοι ήλθαν πριν από εμένα, χωρίς κανείς να τους αναθέσει την ποίμανση των προβάτων, αλλά αυθαιρέτως μόνοι τους επήραν το αξίωμα, αυτοί ήταν κλέπτες και ληστές. Τα πρόβατα όμως δεν τους άκουσαν και ούτε τους ακολούθησαν.
Εγώ είμαι η θύρα. Δι' εμού εάν κανείς εισέλθει, θα σωθεί. Και θα εισέλθει εις στην μάνδρα, δια να εύρη ασφάλειαν και ανάπαυση, και θα βγει, όταν είναι καιρός βοσκής και θα βρει τροφή.
Ο κλέπτης δεν έρχεται, ει μη μόνον δια να κλέψει και να σφάξει και να καταστρέψει. Τετοιοι ήσαν οι κακοί ποιμένες του Ισραήλ. Εγώ όμως ήλθα, δια να έχουν τα πρόβατα ζωήν, δια να έχουν με το παραπάνω την τροφή των και κάθε τι καλόν και χρήσιμο.
Εγώ είμαι ο ποιμήν ο καλός και πονετικός. Ο ποιμήν ο καλός και την ζωήν του ακόμα θυσιάζει δια να προφυλάξη τα πρόβατα από κάθε κίνδυνον.
Ο μισθωτός δε βοσκός, που δεν είναι ιδικά του τα πρόβατα και τα βόσκει μόνον και μόνον δια τον μισθό του, βλέπει τον λύκο να έρχεται και αφήνει τα πρόβατα και φεύγει. Και τότε ανενόχλητος ο λύκος αρπάζει, κατασπαράσσει και διασκορπίζει τα πρόβατα. (Οι ανάξιοι πνευματικοί ποιμένες, που έχουν το έργον των μόνον και μόνον ως προσοδοφόρο επάγγελμα, δεν ενδιαφέρονται να προφυλάξουν τα λογικά πρόβατα από τον διάβολο και τα όργανά του).
Ο μισθωτός βοσκός φεύγει, ακριβώς διότι είναι μισθωτός και δεν έχει καμία διάθεση να εκθέσει εις κίνδυνο την ζωήν του δια τα πρόβατα, διότι δεν ενδιαφέρεται δι' αυτά, παρά μόνον δια τον μισθό του.
Εγώ είμαι ο καλός ποιμήν και γνωρίζω τα ιδικά μου πρόβατα και γνωρίζομαι από τα ιδικά μου.
Οπως με γνωρίζει και με αγαπά ο Πατήρ και εγώ επίσης γνωρίζω και αγαπώ τον Πατέρα, έτσι γνωρίζω και γνωρίζομαι από τα πρόβατα, έτσι αγαπώ και αγαπώμαι από τα πρόβατα, δια τούτο και παραδίδω την ψυχήν μου εις θάνατον χάριν των προβάτων.
Εχω και άλλα πρόβατα, τα οποία δεν είναι από αυτήν την μάνδραν, δεν ανήκουν στο έθνος των Εβραίων. Και εκείνα πρέπει εγώ να τα οδηγήσω και να τα ποιμάνω μαζί με τα άλλα ως καλός ποιμήν. Και εκείνα θα με γνωρίσουν και όταν τα καλώ θα ακούσουν την φωνήν μου, όπως και τα άλλα· και θα γίνη έτσι μία ποίμνη, η Εκκλησία, και ένας ποιμήν, ο Χριστός.
Δια τούτο ο Πατήρ μου με αγαπά, διότι εγώ θυσιάζω την ζωήν μου προς χάριν των προβάτων, δια να την πάρω και πάλιν με την ανάστασή μου και να είμαι ο αιώνιος ποιμήν και αρχιερεύς.
Κανείς δεν έχει την δύναμη να μου αφαιρέσει την ζωή. Αλλά εγώ από τον εαυτόν μου και την θέλησή μου θυσιάζω αυτήν. Εχω εξουσία να δώσω την ζωήν μου, και έχω εξουσία να την πάρω πάλι. Αυτήν την εντολήν και την εξουσίαν έχω λάβει και ως άνθρωπος από τον Πατέρα μου”.
Όλοι όσοι ήλθαν πριν από εμένα, χωρίς κανείς να τους αναθέσει την ποίμανση των προβάτων, αλλά αυθαιρέτως μόνοι τους επήραν το αξίωμα, αυτοί ήταν κλέπτες και ληστές. Τα πρόβατα όμως δεν τους άκουσαν και ούτε τους ακολούθησαν.
Εγώ είμαι η θύρα. Δι' εμού εάν κανείς εισέλθει, θα σωθεί. Και θα εισέλθει εις στην μάνδρα, δια να εύρη ασφάλειαν και ανάπαυση, και θα βγει, όταν είναι καιρός βοσκής και θα βρει τροφή.
Ο κλέπτης δεν έρχεται, ει μη μόνον δια να κλέψει και να σφάξει και να καταστρέψει. Τετοιοι ήσαν οι κακοί ποιμένες του Ισραήλ. Εγώ όμως ήλθα, δια να έχουν τα πρόβατα ζωήν, δια να έχουν με το παραπάνω την τροφή των και κάθε τι καλόν και χρήσιμο.
Εγώ είμαι ο ποιμήν ο καλός και πονετικός. Ο ποιμήν ο καλός και την ζωήν του ακόμα θυσιάζει δια να προφυλάξη τα πρόβατα από κάθε κίνδυνον.
Ο μισθωτός δε βοσκός, που δεν είναι ιδικά του τα πρόβατα και τα βόσκει μόνον και μόνον δια τον μισθό του, βλέπει τον λύκο να έρχεται και αφήνει τα πρόβατα και φεύγει. Και τότε ανενόχλητος ο λύκος αρπάζει, κατασπαράσσει και διασκορπίζει τα πρόβατα. (Οι ανάξιοι πνευματικοί ποιμένες, που έχουν το έργον των μόνον και μόνον ως προσοδοφόρο επάγγελμα, δεν ενδιαφέρονται να προφυλάξουν τα λογικά πρόβατα από τον διάβολο και τα όργανά του).
Ο μισθωτός βοσκός φεύγει, ακριβώς διότι είναι μισθωτός και δεν έχει καμία διάθεση να εκθέσει εις κίνδυνο την ζωήν του δια τα πρόβατα, διότι δεν ενδιαφέρεται δι' αυτά, παρά μόνον δια τον μισθό του.
Εγώ είμαι ο καλός ποιμήν και γνωρίζω τα ιδικά μου πρόβατα και γνωρίζομαι από τα ιδικά μου.
Οπως με γνωρίζει και με αγαπά ο Πατήρ και εγώ επίσης γνωρίζω και αγαπώ τον Πατέρα, έτσι γνωρίζω και γνωρίζομαι από τα πρόβατα, έτσι αγαπώ και αγαπώμαι από τα πρόβατα, δια τούτο και παραδίδω την ψυχήν μου εις θάνατον χάριν των προβάτων.
Εχω και άλλα πρόβατα, τα οποία δεν είναι από αυτήν την μάνδραν, δεν ανήκουν στο έθνος των Εβραίων. Και εκείνα πρέπει εγώ να τα οδηγήσω και να τα ποιμάνω μαζί με τα άλλα ως καλός ποιμήν. Και εκείνα θα με γνωρίσουν και όταν τα καλώ θα ακούσουν την φωνήν μου, όπως και τα άλλα· και θα γίνη έτσι μία ποίμνη, η Εκκλησία, και ένας ποιμήν, ο Χριστός.
Δια τούτο ο Πατήρ μου με αγαπά, διότι εγώ θυσιάζω την ζωήν μου προς χάριν των προβάτων, δια να την πάρω και πάλιν με την ανάστασή μου και να είμαι ο αιώνιος ποιμήν και αρχιερεύς.
Κανείς δεν έχει την δύναμη να μου αφαιρέσει την ζωή. Αλλά εγώ από τον εαυτόν μου και την θέλησή μου θυσιάζω αυτήν. Εχω εξουσία να δώσω την ζωήν μου, και έχω εξουσία να την πάρω πάλι. Αυτήν την εντολήν και την εξουσίαν έχω λάβει και ως άνθρωπος από τον Πατέρα μου”.